Από το site: φιλολογικές σελίδες.
Ο Μάριος Χάκκας είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση της νεοελληνικής πεζογραφίας. Η συγγραφική του διαδρομή διήρκεσε μόνο έξι χρόνια, από το 1965 ως το 1971. («Ξεκίνησα να γράφω λιγάκι μεγάλος, τριαντάρης και βάλε», λέει στο Κοινόβιο). Η αρχή καθυστέρησε λόγω των πολιτικών διώξεων που υπέστη, ενώ το τέλος έθεσε ο πρόωρος θάνατός του σε ηλικία 41 χρόνων. Όμως μέσα σ’ αυτά τα λίγα χρόνια συμπυκνώνει το πεζογραφικό του έργο, αποδίδοντας το ουσιώδες της ζωής και της τέχνης.
Το πρώτο έργο που δημοσίευσε είναι η ποιητική συλλογή Όμορφο καλοκαίρι (1965), όπου αναγνωρίζουμε την επίδραση του Ελύτη, καθώς και στοιχεία της θεματικής που κυριαρχούν στα επόμενα πεζογραφήματά του. Τα πρώτα διηγήματά του σε παραδοσιακή μορφή περιλαμβάνονται στη συλλογή Τυφεκιοφόρος του εχθρού (1966).
Βιβλίο σταθμός στην πορεία του συγγραφέα θεωρείται από τους κριτικούς η δεύτερη συλλογή διηγημάτων, Ο μπιντές και άλλες ιστορίες. Στη συλλογή αυτή, που οι περισσότερες είναι σε πρωτοπρόσωπη γραφή (δεκαεπτά από τα εικοσιένα διηγήματα), ο συγγραφέας είναι ο ήρωας και ο αφηγητής των ιστοριών του. «Στον Μπιντέ προβάλλει πια διαμορφωμένη η συγγραφική φυσιογνωμία του Χάκκα και διαγράφεται ο κύκλος των θεμάτων που τον απασχολούν. Είναι θέματα ουσιαστικά και καθώς επανέρχονται από το ένα κομμάτι στο άλλο συνθέτουν μιαν ενδιαφέρουσα αυτοβιογραφία και ταυτόχρονα μιαν αποκαλυπτική μαρτυρία για τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα».1 Σ’ αυτή τη συλλογή καθιερώνει έναν άλλο αφηγηματικό τρόπο. Τα αφηγήματα είναι χωρίς επεισόδια, χωρίς πλοκή ή χαρακτήρες.
Το τελευταίο του βιβλίο, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το ρέκβιεμ της ζωής του, Το κοινόβιο, κυκλοφόρησε την επαύριο του θανάτου του, τον Ιούλιο του 1972. Τα θέματα που αναφέρονται στην προηγούμενη συλλογή επανέρχονται εδώ, αλλά, επειδή το τέλος πλησιάζει, η σύνθεσή τους ενέχει «πρωτάκουστους ελεγειακούς τόνους» Πάντως είναι προφανές πως ο Χάκκας έφυγε καθώς ανακάλυπτε ένα νέο συνθετικό τρόπο γραφής, τελείως διαφορετικό από εκείνο που διετύπωσε στις αφηγηματικές συνθέσεις του Τυφεκιοφόρου. «Κι ακόμα ότι μέχρι τέλους αναμετρήθηκε αντρίκια με το χάρο κάνοντας το θάνατό του ποίηση».2
Ο Μάριος Χάκκας ασχολήθηκε και με το θέατρο. Έγραψε τρία θεατρικά μονόπρακτα, Ενοχή, Αναζήτηση, Τα κλειδιά, που εκδόθηκαν το 1971, και το μονόπρακτο Στον αστερισμό των διδύμων, που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του.
Ο Χάκκας είχε δραματική συνείδηση του χρόνου και της σύντομης ζωής του, αυτή τη ζωή παρακαλούσε να έχει: «Δε θέλω χρόνο, ζωή θέλω, μ’ όλο που το δεύτερο προϋποθέτει το πρώτο, ζωή να την σπαταλήσω πίσω από τις φράσεις, ζωή να χτίσω παραγράφους, να οικοδομήσω ένα έργο δίνοντας στο λόγο μια τρίτη διάσταση, γιατί τη δεύτερη τη βρήκαν άλλοι, την κατέγραψαν οι δάσκαλοι κι εγώ πρέπει να πάω παραπέρα».3 Προσευχόταν: «Άι- Γιώργη μου κουταλά μου και προστάτη μου, άφησε να τελειώσω αυτές τις σελίδες».4
Όμως, τελικά, με το έργο του, λιγοστό και πολύτιμο, απάντησε καταφατικά στο μέγα εξουσιαστή που τον ρωτούσε αν είναι έτοιμος. «Κρατούσε χαρτί και καλαμάρι για να σημειώσει».5
3 σχόλια:
Είναι αυτός που κάθεται κάτω από τη κληματαριά και παίζει τάβλι με τον μπατζανάκη του ;
Γ.Κ.
Δεν το θυμάμαι αυτό Γιώργη. Είχα διαβάσει τον τυφεκιοφόρο και το μπιντέ το 1980 ή το 82 στη Ρουμανία και με είχαν αγγίξει. Δεν ξέρω σήμερα πώς διαβάζεται αλλά νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να δει κανείς αυτά τα βιβλία.
"Λευτεριά της αυλής, του ούζου και του ταβλιού παρέα με τον μπατζανάκι μου εσένα προσκυνάω" αυτός είναι! Από το Νερό (Ο Μπιντές)
Μαρία Β.
Δημοσίευση σχολίου