Θυμάμαι, όχι χωρίς νοσταλγία, την εποχή που, παραμονές της 28ης Οκτωβρίου, γεμίζαμε τους τοίχους των σχολείων μας με το σύνθημα: «το ΟΧΙ το είπε ο Λαός». Πόση δόση αλήθειας περιείχε αυτό το σύνθημα; Πόση δόση αλήθειας περιείχε η κρατική προπαγάνδα που ήθελε το δικτάτορα Μεταξά «φύλακα των Νέων Θερμοπυλών»; Ποιες ανάγκες γέννησαν αυτές τις εκ διαμέτρου αντίθετες προσλήψεις της Ιστορίας; Πόσο σημαντικό ήταν, σε τελική ανάλυση το «Αλβανικό έπος»;
Ερωτήματα, στα οποία για να απαντήσουμε πρέπει πρώτα να αναδιφήσουμε στην κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα, όχι μονάχα της εποχής, αλλά και των επεισοδίων του Εμφυλίου που ακολούθησαν.
Ας θυμηθούμε όμως τις αφηγήσεις όσων έζησαν τον πόλεμο της Αλβανίας. Που μας μεταφέρουν την εικόνα ενός ελληνικού στρατού με ανύπαρκτη επιμελητεία και παρωχημένο εξοπλισμό. Που μας μεταφέρουν όχι τη φρίκη από τις μάχες, αλλά τον τρόμο για τα κρυοπαγήματα. γιατί οι ακρωτηριασμένοι από κρυοπαγήματα ήταν πολλαπλάσιοι των νεκρών και των αναπήρων από τις μάχες.
Κι αν ρίξουμε μια ματιά στον τύπο της εποχής θα δούμε ότι δεν καταγράφεται ούτε μια επίσκεψη του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων, ούτε μια επίσκεψη Υπουργού, πολύ δε περισσότερο του «Κυβερνήτη» ή του βασιλιά.
Επίσης η δημοσίευση του ημερολογίου του Μεταξά μας αποκαλύπτει έναν άνθρωπο βαθύτατα διχασμένο. Είναι γερμανόφιλος, από την εποχή που σπούδασε στις στρατιωτικές ακαδημίες της Γερμανίας, πριν ακόμα τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι φασίστας και δεν κρύβει τη συμπάθειά του για τον Ντούτσε. Κι όλα αυτά αποτυπώνονται και στη διακυβέρνησή του. Μετέτρεψε την Ελλάδα σε μια στρατοκρατούμενη κοινωνία. Η ΕΟΝ συγκροτήθηκε στα πρότυπα των μελανοχιτώνων και της ναζιστικής Νεολαίας. Επίσης απεχθάνεται βαθύτατα τους Άγγλους. Κι όμως ο άνιθρωπος αυτός αποκαλύπτει στο ημερολόγιό του πως για λόγους γεωπολιτικούς η Ελλάδα όφειλε να συστρατευθεί με την Αγγλία.
Πόση σχέση έχουν όλα αυτά με το δεξιό μύθο του '40:«Ο Ελληνικός Στρατός, υπό την φωτισμένη ηγεσία του Βασιλέως και του κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά, προστάτεψε τη χώρα από την εισβολή. Ο μικρός ελληνικός στρατός έτρεψε σε φυγή τα οκτώ εκατομμύρια λόγχες του Μουσολίνι». Καμία. Πρόκειται για μια εκ των υστέρων απόπειρα ηρωοποίησης των νικητών του Εμφυλίου Πολέμου. Ο ελληνικός στρατός δεν πολέμησε με το σύνολο του ιταλικού στρατού, αλλά με ένα εκστρατευτικό σώμα 240.000 ανδρών. Που και πάλι, υπερτερούσε των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στο Αλβανικό Μέτωπο, διότι ο κύριος όγκος των ελληνικών δυνάμεων ήταν παραταγμένος στ σύνορα με τη Βουλγαρία, οχυρωμένος στη Γραμμή Μεταξά, έν πανάκριβο οχυρωματικό έργο, κατασκευασμένο σύμφωνα με το πρότυπο της Γραμμής Μαζινό.
Είναι προφανές από τα παραπάνω ότι ο Μεταξάς το ΟΧΙ στο ιταλικό τελεσίγραφο το είπε, αν όχι μετην καρδιά του, σίγουρα χωρίς τύψεις συνειδήσεως. Είναι επίσης σαφές ότι ούτε αυτός, ούτε κανείς άλλος στην κρατική ιεραρχία στην ικανότητα του ελληνικού στρατού να προβάλει ουσιαστική αντίσταση στην Ιταλία, πολύ δε περισσότερο στη Γερμανία. Ίσως γιατί γνωριζε καλά πως ο στρατός αυτός είχε εκδιώξει από τις τάξεις του τους καλύτερους των αξιωματικών του, είτε διότι είχαν ταχθεί ανοιχτά κατά της Μοναρχίας στην προηγούμενη φάση του Εμφυλίου, είτε διότι δεν είχαν επιδείξει φιλομοναρχικό ζήλο . Άλλωστε οι μεσαίοι και κατώτεροι αξιωματικοί του Α' Σώματος Στρατού, που διεξήγαγε τον πόλεμο στην Αλβανία, είχαν σταλεί στις μονάδες εκείνες λόγω έλλειψης φιλομοναρχικού ζήλου.
Ίσως επίσης να ήλπιζε πως αργά ή γρήγορα θα επέρχονταν κάποια ανακωχή στο Αλβανικό Μέτωπο. Και κρατούσε ένα μεγάλο τμήμα του Στρατού στα σύνορα με τη Βουλγαρία, την οποία θεωρούσε υπ' αριθμόν ένα κίνδυνο για το ελληνικό Κράτος. Για όλους αυτούς τους λόγους ναι μεν ο Μεταξάς πιστώνεται με το ΟΧΙ στο τελεσίγραφο του Μουσολίνι, το ΟΧΙ αυτό όμως ήταν αδύναμο και στερούνταν της πίστης ότι η αντίσταση είναι εφικτή. Ειπώθηκε διότι ο Μεταξάς πίστευε ότι τελικά η Αγγλία θα κερδίσει τον πόλεμο και όσοι θα έχουν ταχθεί μαζί της, όποια και αν είναι η συνεισφορά τους, σίγουρα δε θα έχουν μεταχείριση ηττημένων.
ΤΟ ΟΧΙ ΤΟ ΕΙΠΕ Ο ΛΑΟΣ λοιπόν; Αναμφίβολα. Η αντίσταση που προβλήθηκε σε πρώτη φάση και η επέλαση, που στην πραγματικότητα ήταν παρακολούθηση μια άτακτης υποχώρησης του ιταλικού στρατού, ήταν αποτέλεσμα αφ' ενός των ικανοτήτων των αξιωματικών, αφ' ετέρου ενός πνεύματος αντίστασης που κυριάρχησε μεταξύ των φαντάρων.
Ωστόσο είναι υπερβολικός ο ισχυρισμός της Αριστεράς ότι η αντίσταση στο Αλβανικό Μέτωπο συνιστούσε αντίσταση στο Φασισμό. Πιστεύω ότι αυτό που κυριάρχησε ήταν το ατομικό και συλλογικό ένστικτο της αυτοσυντήρησης, που ωθεί, ανθρώπους και ομάδες στην αντίδραση όταν θίγονται τα κεκτημένα τους. Και δεν υπάρχει στρατιωτική εισβολή που να μην εκλαμβάνεται από τον πληθυσμό ως εισβολή κλεφτών στο σπίτι του.
Επιπλέον, ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος άρχισε να παίρνει τη μορφή του Πολέμου ενάντια στο Φασισμό, προς το τέλος του 1941, μετά την εισβολή των Ναζί στη Σοβιετική Ένωση και τη την ευρεία γνωστοποίηση, στους πληθυσμούς των χωβρών που δεν είχαν καταληφθεί, των επιπτώσεων της ναζιστικής κατοχής.
Ερωτηματικό συνιστά επίσης και η πραγματική έκταση των επιχειρήσεων στο Αλβανικό Μέτωπο. Οι ελληνικοί απολογισμοί του πολέμου, όλοι ανεπίσημοι, κάνουν λόγο για 45.000 - 75.000 νεκρούς και ανάπηρους.Με δεδομένο ότι ουδεμία αξιόπιστη στατιστική υπάρχει σχετικά με τους λεπτομερείς αριθμούς νεκρών, τραυματιών και ακρωτηριασμένων από κρυοπαγήματα και με δεδομένο, βάσει των μαρτυριών των συμμετεχόντων στον πόλεμο,ότι οι πολεμικές απώλειες ήταν πταίσματα μπροστά στη θράυση που έκαναν τα κρυοπαγήματα, και λαμβανομένου υπ' όψιν ότι οι ελληνικές αυτές απώλειες καταγράφηκαν σε διάρκεια πέντε μηνών πολέμου, πρέπει να προβληματιστούμε σοβαρά για την έκταση και την ένταση των μαχών στο Αλβανικό Μέτωπο.
Υπερβολική θεωρώ, γι αυτό το λόγο,και την πεποίθηση ότι «η αντίσταση στην Αλβανία και στους Ναζί, καθυστέρησε την γερμανική εισβολή στην ΕΣΣΔ», πεποίθηση τόσο των Δεξιών, όσο και των Αριστερών. Οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ότι οι δυνάμεις των Ναζί που απασχολήθηκαν με την Ελάδα ήταν μικρές στον αριθμό και στηρίχτηκαν για να επικρατήσουν στην τεχνολογική τους υπεροπλία (αεροπορία - θωρακισμένα) και στην ευελιξία τους. Επίσης να λάβουμε υπ' όψιν, ότιη καθυστέρηση του στρατού των Ναζί να καταλάβει την Αθήνα, οφείλονταν μάλλον στην ανυπαρξία οδικού δικτύου, που καθιστούσε δύσκολη την προώθηση των θωρακισμένων, παρά στην ένοπλη αντίσταση, η οποία περιορίστηκε πρακτικά σε 6 μέρες στη Γραμμή Μεταξά και σε άλλες 13 μέρες στην Κρήτη.
ΓιάννηςΧρ.