37 χρόνια μετά... Μια απόπειρα για να θυμηθούμε, να σκεφτούμε, να μιλήσουμε, να ελπίσουμε. (Πριν από 37 χρόνια ιδρύθηκε η ΠΑΜΚ ΓΚΥΖΗ, μια μικρή οργάνωση μαθητών, στα πλαίσια της τότε ΠΑΜΚ. Τα μέλη της έδεσαν δεσμοί βαθείς, με αντοχή στο χρόνο. Μπορεί οι δρόμοι μας - πολιτικοί και κοινωνικοί - να χώρισαν μετά... Όμως κάπου στο βάθος σιγόκαιγε η λαχτάρα να βρεθούμε ξανά, να μιλήσουμε, να ελπίσουμε... Άλλωστε δεν άλλαξε τίποτε από τότε στις καρδιές μας. Οι καρδιές των ανθρώπων δεν αλλάζουν...)

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009

ΕΝΑ ΠΟΛΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ ΑΥΓΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΙΟΝΟΤΙΚΑ

Το μειονοτικό της Θράκης
Ημερομηνία δημοσίευσης: 27/09/2009

ΤΗΣ ΜΑΡΘΑΣ ΠΥΛΙΑ*

Τη δεκαετία του '90, το ζήτημα των μειονοτήτων πέρασε στην Ελλάδα σε μια νέα, δύσκολη, αντίρροπη πολιτική διαδικασία: οι αλληλοσφαζόμενοι εθνικισμοί, τους οποίους είχε πυροδοτήσει η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, είχαν ακαριαία προκαλέσει και στη δική μας χώρα την έξαρση του εθνικισμού και, μοιραία, είχε εκ νέου στοχοποιηθεί η μειονότητα της Θράκης ως «ανεπιθύμητη». Είναι η εποχή των «αντιποίνων», για την οποία μιλά, στην προσωπική μαρτυρία που δημοσιεύουμε εδώ, ο Χαλήλ Μουσταφά. Τότε, δηλαδή (29.01.1990), που ο ενδεχομένως εμπρόθετος, θανάσιμος τραυματισμός ενός χριστιανού από μουσουλμάνο στο νοσοκομείο της Κομοτηνής, προκάλεσε τη μαζική καταστροφή των καταστημάτων των μειονοτικών στην πόλη. Κι έχουμε να κάνουμε με ακραία και επικίνδυνα φαινόμενα μαζικής ψυχολογίας και ομιχλώδους πολιτικής κουλτούρας, που καλλιέργησε η ανοχή του πολιτικού μας συστήματος απέναντι στον φοβικό, κατεξοχήν συγκινησιακό πολιτικό λόγο. Είναι ακριβώς αυτή η πολιτική συγκυρία, όπου ο Φίλιππος Ηλιού καταγγέλλει, πως με αφορμή το Μακεδονικό «ανέδειξε και επέβαλλε ως κυρίαρχες τάσεις στην ελληνική κοινωνία [...] στοιχεία μιας πρωτοφανούς αρχαϊκότητας, που μας εμφανίζουν να αθετούμε δημοκρατικές κατακτήσεις και πολύτιμες δημοκρατικές ευαισθησίες, που, μετά τη μεταπολίτευση, είχε θεωρηθεί ότι αποτελούσαν πλέον κοινό κτήμα των ελλήνων πολιτών» (συνέντευξη στον Νίκο Φίλη, εφ. Η Εποχή, 21/02/93).

Τα παράδοξο είναι πως η ελληνική κρατική πολιτική ανέχθηκε, συμπορεύτηκε ή και υπογείως υπέθαλψε αυτό το αντιδημοκρατικό και εθνικολαϊκιστικό πισωγύρισμα, την ίδια στιγμή που στο εξωτερικό υπέγραφε πανηγυρικά το «σεβασμό της εθνικής και περιφερειακής πολυμορφίας» (1993, Μάαστριχτ, άρθρο 128) και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων (1997, Στρασβούργο, άρθρα 10.1, 11.2, 11.3), που αναγνωρίζει το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού σε ατομική βάση και τη δυνατότητα ελεύθερης χρήσης των μειονοτικών γλωσσών. Η αντίφαση αποτυπώνεται καθαρά στις πρόσφατες δικαστικές περιπέτειες των συλλόγων που διεκδικούν εθνικό προσωνύμιο, στις περιοχές Ξάνθης, Ροδόπης και Έβρου, και ταυτόχρονα αναδεικνύει «τα όρια του νομικού μας πολιτισμού και τις ιδεολογικές του αγκυλώσεις», όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης, στην παρουσίαση που ακολουθεί, δύο σημαντικών βιβλίων από την πλούσια βιβλιογραφία για το μειονοτικό.

Εν προκειμένω, η ελληνική κρατική πολιτική σχοινοβατεί, ανάμεσα στο δημοκρατικό χαρακτήρα των ευρωπαϊκών συμβάσεων που προσυπέγραψε και την έξαλλη εθνικοφροσύνη των τοπικών κέντρων εξουσίας, που θεωρούν πως εξαιρούνται «δικαιωματικά» από την εφαρμογή των εν λόγω διεθνών δεσμεύσεων της ελληνικής πολιτείας. Ενδύουν, κατά παράδοξο τρόπο, τις προσωπικές τους απόψεις με το μανδύα της «νομιμότητας», καταπατώντας ουσιαστικά την ουσία της Δημοκρατίας και του σεβασμού του κράτους δικαίου. Επιφυλάσσουν δηλαδή για τον εαυτό τους το χαρακτήρα της παρακρατικής πολιτικής αυθεντίας, που εξωθεσμικά, ανορθολογικά και ανεξέλεγκτα «νομιμοποιείται» να οριοθετεί, κατά το δικό της δοκούν, την πολιτισμική και την εθνική μας ταυτότητα. Το ζήτημα είναι ότι την εξαλλοσύνη αυτή υποθάλπει κυρίως η διγλωσσία των ελληνικών κυβερνήσεων, που άλλα διακηρύσσουν στο διεθνή χώρο και άλλα υπογείως επιτρέπουν στο εσωτερικό.

Έχουμε να κάνουμε εδώ μ' έναν παράλληλο ιδεολογικό μηχανισμό, που καρκινοβατεί πάνω στο σώμα της συντεταγμένης Ελληνικής Δημοκρατίας, με το αζημίωτο: δεν πρόκειται μόνο για τον επικίνδυνο, αφελή ανορθολογισμό της πολιτικής του συναισθήματος, αυτόν ακριβώς που ευθύνεται για τις πιο βαριές από τις εθνικές μας τραγωδίες (όπως για παράδειγμα το πραξικόπημα στην Κύπρο και ό,τι ακολούθησε), αλλά για το χειρισμό του από μια συμπαγή κοινωνικο-οικονομική διαπλοκή.

Δεν είναι μόνο οι καριέρες που χτίζονται και τα πολιτικά συμφέροντα που μαζικά υπηρετεί η καπηλεία της εθνικοφροσύνης· ούτε η ψηφοθηρία που εμπορεύεται κατ' αποκλειστικότητα την ιστορική μνήμη. Είναι κυρίως τα κοινωνικά και οικονομικά συστήματα που εξυπηρετούνται, όταν κάποιοι πολίτες της χώρας, και εν προκειμένω οι αλλόγλωσσοι και αλλόθρησκοι, καθηλώνονται σε καθεστώς Β' ή Γ' κατηγορίας και αποκλείονται από οποιαδήποτε πρόοδο. Άλλωστε, εμείς οι αριστεροί το γνωρίζουμε καλά, από την εποχή της χούντας και από εκείνη που προηγήθηκε, τότε που στις πολιτικές διακρίσεις είχε επιβληθεί και εκείνη των «μη υγιώς σκεπτομένων», δηλαδή των αριστερών.

Δεν χρειάζονται πολύπλοκοι οικονομικοί συλλογισμοί για να κατανοήσουμε τη σημασία του αποκλεισμού των μειονοτικών από τον εγγραμματισμό και την ελληνομάθεια. Αποκλεισμοί που επεξεργάστηκαν μέχρι πρόσφατα στη Θράκη οι δύο συγκρουόμενοι αλλά, παρόλα αυτά, συχνά συγκλίνοντες ως προς τις πρακτικές εθνικισμοί. Και δεν χρειάζεται μεγάλη σοφία για να καταλάβουμε πως μια κοινωνία, όπου υψώνονται νοητά σύνορα και όπου το κράτος δικαίου υποκριτικά «διακονείται» αλλά ουσιαστικά υπονομεύεται, είναι καταδικασμένη στο φόβο και τον οικονομικό παρασιτισμό.

Μόνο που αυτό το λογαριασμό, σε μια Δημοκρατία, τον πληρώνει, με ακέραια την ατομική της ευθύνη, η πλειονότητα των πολιτών.

*Η Μάρθα Πύλια διδάσκει Οθωμανική ιστορία στο Πανεπιστήμιο Θράκης και είναι υποψήφια του ΣΥΡΙΖΑ στο νομό Ροδόπης


Για την Αντιγραφή

Γιάννης Χρ.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Δεν την παρακολουθώ την κατάσταση στη Θράκη, όμως μου φαίνεται πως μερικά πράγματα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο, τα τελευταία 20 χρόνια.
Να αναφέρω για παράδειγμα το θεσμό της ποσόστωσης στην εισαγωγή μειονοτικών φοιτητών στα ελληνικά πανεπιστήμια. Είχα δυο τέτοιους φοιτητές την τελευταία διετία. Η αλήθεια είναι ότι τα παιδιά αυτά έχουν χοντρό πρόβλημα προσαρμογής στις απαιτήσεις των σπουδών τους, εν πάση περιπτώσει όμως η πολιτεία τους δίνει μια ευκαιρία.
Επίσης μου φαίνεται ότι η πρόσβαση στα πομάκικα χωριά των ελληνοβουλγαρικών συνόρων είναι τώρα χωρίς περιορισμούς και αυτό βοηθάει στο να σπάσει η απομόνωση αυτών των πληθυσμών.
Τέλος, σε ζητήματα κληρονομιών και διαχείρισης περιουσιών έχουν πάψει οι νομικές διακρίσεις σε βάρος των μειονοτικών.
Τα επεισόδια των αρχών της δεκαετίας του'90 τα θυμάμαι κάπως αμυδρά, γιατί είχα έναν ανηψιό που σπούδαζε στην Κομοτηνή. Από τότε δεν έχω ξανακούσει τίποτα.
Κατά τα άλλα, τα ζητήματα των ανθρώπινων δικαιωμάτων των μειονοτήτων είναι πάντοτε λεπτά και ίσως να υπάρχουν όψεις που μας διαφεύγουν από εμάς τους έξω από τις μειονοτικές ζώνες.

Γιώργος

leon είπε...

Η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται από το 1996 και μετά. Έχουν παραμείνει τα αγκάθια της απαγόρευσης των μειονοτικών πολιτιστικών συλλόγων [που φέρουν τον τίτλο «τουρκικός», με αποτέλεσμα σωρεία καταδικών της Ελλάδας από το Ευθρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το ζήτημα της εκλογής του μουφτή (οι Μουσουλμάνοι είναι η μόνη αναγνωρισμένη θρησκεία στην Ελλάδα που δεν έχει δικαίωμα εκλογής του θρησκευτικού του ηγέτη), για το οποίο έχουν επίσης υπάρξει καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Επίσης σε ό,τι αφορά στο οικογενειακό δίκαιο εφαρμόζεται εν μέρει η σαρία (διότι έτσι είχε αποφασίσει το 1922 ο Βενιζέλος), με αποτέλεσμα οι γυναίκες να έχουν περιορισμένα δικαιώματα επί της κληρονομιάς θανόντος συζύγου, αλλά και να επιτρέπεται η «εκδίωξη» της συζύτγου από τον σύζυγο. η γυναίκα δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει διαζύγιο.
Το ενδιαφέρον είναι ότι στις ελάχιστες περιπτώσεις γυναικών που προσέφυγαν στα ελληνικά δικαστήρια για τέτοιες υποθέσεις, αυτά δήλωσανα αναρμοδιότητα και παρέπεμψαν το θέμα στο μουφτή.

Γιάννης Χρ.

Powered By Blogger

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Συνεργάτες

Επισκέψεις (από 01/03/2008, 18:00 μμ)