Υπόγειες διαδρομές ντόμινο ή «τρεχάτε ποδαράκια μου και πού να σας προλάβω»
Σε δεινή θέση βρίσκεται, για πολλοστή φορά από την αποφράδα εκείνη ημέρα κατά την οποία οι Ελληνοκύπριοι αντέταξαν ένα «υπερήφανο ΟΧΙ» στο «εκπορευόμενο από τα σκοτεινά κέντρα του Αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλισμού και του Τουρκικού επεκτατισμού» σχέδιο Ανάν η ελληνική και κυπριακή διπλωματία.
Στα χρόνια αυτά είδαμε:
Πρώτα ήρθε η κήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσσόβου. Εύλογη ήταν η αμηχανία της ελληνικής διπλωματίας. Διότι ναι μεν, μετά από όσα συνέβησαν στο Κόσσοβο από το 1988 και μετά, η ανεξαρτησία του ήταν, εκ των πραγμάτων, μονόδρομος, ήρθε όμως με τρόπο που συνιστούσε κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Και επιβεβαιώνοντας τη ρήση, «μακάριοι οι κατέχοντες».
Η ρωσική διπλωματία είχε αντιδράσει υπενθυμίζοντας στη Δύση ότι, ανάλογες καταστάσεις υπήρχαν στη Νότια Οσσετία και την Αμπχαζία και ότι η αναγνώριση του Κοσσόβου από τη Δύση της επέτρεπε να δράσει ανάλογα σε αυτές τις δυο περιοχές. Ουδείς έλαβε σοβαρά υπ' όψιν τις προειδοποιήσεις του ισπανικού ΥΠΕΞ ότι η Μόσχα θα υλοποιούσε τις απειλές της σε πρώτη ευκαιρία.
Ακολούθησαν τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, στα οποία αποδείχτηκε ότι ενώ οι Ρώσοι έπαιζαν και παίζουν σκάκι - κάτι που ευτυχώς πράττει και η «παλαιά Ευρώπη» - οι Αμερικανοί παίζουν μπαρμπούτι. Με τις γνωστές συνέπειες.
Εκείνο που έγινε όμως σαφές με τον πλέον οδυνηρό τρόπο στην ελληνική διπλωματία είναι ότι, τα όσα έγιναν χθες στο Κόσσοβο και θα επαναληφθούν αύριο στη Νότιο Οσσετία και την Αμπχαζία - ίσως και στην Ουκρανία - είναι πολύ πιθανό να επαναληφθούν μεθαύριο, αν οι ύστατες συνομιλίες για την επανένωση του νησιού δεν ευδοκιμήσουν, στην Κύπρο.
Κι όμως οι κίνδυνοι που εγκυμονούσε η κατάσταση στον Καύκασο, σε συνδυασμό με την επικείμενη ανεξαρτητοποίηση του Κοσσόβου, ήταν σαφείς το 2004. Η σώφρων πολιτική της υπεράσπισης του Σχεδίου Ανάν, που, με βαρύ προσωπικό πολιτικό κόστος, επέλεξαν οι Σημίτης - Παπανδρέου, εγκαταλείφθηκε υπέρ της πολιτικής «της μη λύσης» από την κυβέρνηση της ΝΔ. Η οποία αν είχε βάλει πάγο στον Τασούλη, δε θα είχε κανένα πολιτικό κόστος, μιας και ήταν δεδομένη η υποστήριξη που θα της παρείχε επί του προκειμένου η Αξιωματική Αντιπολίτευση. Συνδυασμός ιδεολογικών αγκυλώσεων και απύθμενης βλακείας.
Υπάρχει πάντως και μια αχτίδα αισιοδοξίας. Ο «στερνή μου γνώση να σ' είχα πρώτα» Δημήτρης Χριστόφιας έχει αποδυθεί σ' έναν αγώνα ενάντια στο ρολόι για μια λύση του Κυπριακού. Σε αυτή του την προσπάθεια έχει δυο πλεονεκτήματα.
Το πρώτο είναι ότι ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μεχμέτ Αλή Ταλάτ έχτισε, όπως και ο Δημήτρης Χριστόφιας, την πολιτική του καριέρα στην προσπάθεια προσέγγισης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Το δεύτερο είναι ότι, εξ αιτίας της κοινωνικής, πολιτικής και πολιτειακής κρίσης που μαστίζει την Τουρκία η τελευταία είναι υποχρεωμένη σε ρόλο κομπάρσου.
Ωστόσο τα πλεονεκτήματα αυτά δεν κάνουν εύκολο το έργο των Χριστόφια - Ταλάτ. Προϋπόθεση για την επίτευξη συμφωνίας είναι να καθορίσει η κάθε κοινότητα την κόκκινη γραμμή πέρα από την οποία δεν μπορεί να κάνει περαιτέρω υποχωρήσεις. Και οι μεν Τουρκοκύπριοι έχουν ορίσει τη δική τους κόκκινη γραμμή. Συνοψίζεται στο «τίποτα λιγότερο από το Σχέδιο Ανάν».
Εναπόκειται στους Ελληνοκύπριοιυς να ορίσουν τη δική τους κόκκινη γραμμή. Γνωρίζοντας ότι η επανένωση του νησιού ή θα γίνει άμεσα και με παραχωρήσεις προς τους Τουρκοκύπριους πιθανότατα περισσότερες από αυτές που προέβλεπε το Σχέδιο Ανάν - σε ό,τι αφορά στην τουρκική στρατιωτική παρουσία αυτό είναι δεδομένο - ή δε θα γίνει ποτέ.
Κι αν κρίνουν ότι δεν είναι σε θέση ή δε θέλουν να κάνουν αυτές τις παραχωρήσεις να αναλάβουν πρωτοβουλίες για τη θεσμοθέτηση της Διχοτόμησης με το λιγότερο επαχθή τρόπο. Προτείνοντας, έναντι ανταλλαγμάτων, την άμεση ένταξη της Βόρειας Κύπρου στην ΕΕ. Και ρίχνοντας όλο τους το βάρος προς αυτή την κατεύθυνση. Όσο κι αν φαίνεται ήττα μια τέτοια εξέλιξη, αν επιτευχθεί, αφ' ενός θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, αν όλα πάνε καλά, σε απώτερο μέλλον για την επανένωση του νησιού, αφ' ετέρου θα περιορίσει δραστικά τα όποια περιθώρια πρωτοβουλιών της Τουρκίας στο μέλλον. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Γιάννης Χρ.
Σε δεινή θέση βρίσκεται, για πολλοστή φορά από την αποφράδα εκείνη ημέρα κατά την οποία οι Ελληνοκύπριοι αντέταξαν ένα «υπερήφανο ΟΧΙ» στο «εκπορευόμενο από τα σκοτεινά κέντρα του Αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλισμού και του Τουρκικού επεκτατισμού» σχέδιο Ανάν η ελληνική και κυπριακή διπλωματία.
Στα χρόνια αυτά είδαμε:
- Τους εταίρους μας στην ΕΕ να πολλαπλασιάζουν τις πιέσεις σε βάρος Ελλάδας και Κύπρου για άρση της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων.
- Τον «υπερήφανο» Τασούλη Παπαδόπουλο να μην έχει το θάρρος να θέσει βέτο στο άνοιγμα νέων κεφαλαίων της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας, παρά την προκλητική άρνηση της τελευταίας να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία, όπως όφειλε να έχει πράξει, σύμφωνα με τη διαδικασία του Ελσίνκι, την οποία είχε απορρίψει ως «μη συμφέρουσα την Ελλάδα» ο έτερος φωστήρας της διπλωματίας κ. Μολυβιάτης.
Πρώτα ήρθε η κήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσσόβου. Εύλογη ήταν η αμηχανία της ελληνικής διπλωματίας. Διότι ναι μεν, μετά από όσα συνέβησαν στο Κόσσοβο από το 1988 και μετά, η ανεξαρτησία του ήταν, εκ των πραγμάτων, μονόδρομος, ήρθε όμως με τρόπο που συνιστούσε κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Και επιβεβαιώνοντας τη ρήση, «μακάριοι οι κατέχοντες».
Η ρωσική διπλωματία είχε αντιδράσει υπενθυμίζοντας στη Δύση ότι, ανάλογες καταστάσεις υπήρχαν στη Νότια Οσσετία και την Αμπχαζία και ότι η αναγνώριση του Κοσσόβου από τη Δύση της επέτρεπε να δράσει ανάλογα σε αυτές τις δυο περιοχές. Ουδείς έλαβε σοβαρά υπ' όψιν τις προειδοποιήσεις του ισπανικού ΥΠΕΞ ότι η Μόσχα θα υλοποιούσε τις απειλές της σε πρώτη ευκαιρία.
Ακολούθησαν τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, στα οποία αποδείχτηκε ότι ενώ οι Ρώσοι έπαιζαν και παίζουν σκάκι - κάτι που ευτυχώς πράττει και η «παλαιά Ευρώπη» - οι Αμερικανοί παίζουν μπαρμπούτι. Με τις γνωστές συνέπειες.
Εκείνο που έγινε όμως σαφές με τον πλέον οδυνηρό τρόπο στην ελληνική διπλωματία είναι ότι, τα όσα έγιναν χθες στο Κόσσοβο και θα επαναληφθούν αύριο στη Νότιο Οσσετία και την Αμπχαζία - ίσως και στην Ουκρανία - είναι πολύ πιθανό να επαναληφθούν μεθαύριο, αν οι ύστατες συνομιλίες για την επανένωση του νησιού δεν ευδοκιμήσουν, στην Κύπρο.
Κι όμως οι κίνδυνοι που εγκυμονούσε η κατάσταση στον Καύκασο, σε συνδυασμό με την επικείμενη ανεξαρτητοποίηση του Κοσσόβου, ήταν σαφείς το 2004. Η σώφρων πολιτική της υπεράσπισης του Σχεδίου Ανάν, που, με βαρύ προσωπικό πολιτικό κόστος, επέλεξαν οι Σημίτης - Παπανδρέου, εγκαταλείφθηκε υπέρ της πολιτικής «της μη λύσης» από την κυβέρνηση της ΝΔ. Η οποία αν είχε βάλει πάγο στον Τασούλη, δε θα είχε κανένα πολιτικό κόστος, μιας και ήταν δεδομένη η υποστήριξη που θα της παρείχε επί του προκειμένου η Αξιωματική Αντιπολίτευση. Συνδυασμός ιδεολογικών αγκυλώσεων και απύθμενης βλακείας.
Υπάρχει πάντως και μια αχτίδα αισιοδοξίας. Ο «στερνή μου γνώση να σ' είχα πρώτα» Δημήτρης Χριστόφιας έχει αποδυθεί σ' έναν αγώνα ενάντια στο ρολόι για μια λύση του Κυπριακού. Σε αυτή του την προσπάθεια έχει δυο πλεονεκτήματα.
Το πρώτο είναι ότι ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μεχμέτ Αλή Ταλάτ έχτισε, όπως και ο Δημήτρης Χριστόφιας, την πολιτική του καριέρα στην προσπάθεια προσέγγισης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Το δεύτερο είναι ότι, εξ αιτίας της κοινωνικής, πολιτικής και πολιτειακής κρίσης που μαστίζει την Τουρκία η τελευταία είναι υποχρεωμένη σε ρόλο κομπάρσου.
Ωστόσο τα πλεονεκτήματα αυτά δεν κάνουν εύκολο το έργο των Χριστόφια - Ταλάτ. Προϋπόθεση για την επίτευξη συμφωνίας είναι να καθορίσει η κάθε κοινότητα την κόκκινη γραμμή πέρα από την οποία δεν μπορεί να κάνει περαιτέρω υποχωρήσεις. Και οι μεν Τουρκοκύπριοι έχουν ορίσει τη δική τους κόκκινη γραμμή. Συνοψίζεται στο «τίποτα λιγότερο από το Σχέδιο Ανάν».
Εναπόκειται στους Ελληνοκύπριοιυς να ορίσουν τη δική τους κόκκινη γραμμή. Γνωρίζοντας ότι η επανένωση του νησιού ή θα γίνει άμεσα και με παραχωρήσεις προς τους Τουρκοκύπριους πιθανότατα περισσότερες από αυτές που προέβλεπε το Σχέδιο Ανάν - σε ό,τι αφορά στην τουρκική στρατιωτική παρουσία αυτό είναι δεδομένο - ή δε θα γίνει ποτέ.
Κι αν κρίνουν ότι δεν είναι σε θέση ή δε θέλουν να κάνουν αυτές τις παραχωρήσεις να αναλάβουν πρωτοβουλίες για τη θεσμοθέτηση της Διχοτόμησης με το λιγότερο επαχθή τρόπο. Προτείνοντας, έναντι ανταλλαγμάτων, την άμεση ένταξη της Βόρειας Κύπρου στην ΕΕ. Και ρίχνοντας όλο τους το βάρος προς αυτή την κατεύθυνση. Όσο κι αν φαίνεται ήττα μια τέτοια εξέλιξη, αν επιτευχθεί, αφ' ενός θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, αν όλα πάνε καλά, σε απώτερο μέλλον για την επανένωση του νησιού, αφ' ετέρου θα περιορίσει δραστικά τα όποια περιθώρια πρωτοβουλιών της Τουρκίας στο μέλλον. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Γιάννης Χρ.
2 σχόλια:
Αυτό που συνέβη στο Κόσοβο και μπορεί να συμβεί στη Γεωργία,στην Κύπρο έχει συμβεί από το 1983 : Ο εισβολέας έχει αναγνωρίσει ανεξάρτητο κράτος.Επομένως το ερώτημα είναι εάν θα αναγνωρίσουν και άλλοι.
Το Κόσοβο το έχουν μέχρι στιγμής αναγνωρίσει 41 κράτη-αλλά εκεί εισέβαλε όλη η Δύση.Δεν έχει λήξει η υπόθεση Κόσοβο,απλώς λόγω του αριθμού των εισβολέων (πολλοί και όχι ένας) είναι σε πλεονεκτικότερη θέση.Αλλα για να πουμε ότι έληξε η υπόθεση πρέπει να μπει στον ΟΗΕ ,κάτι που δεν προβλέπεται.
Για την Κύπρο κανείς δεν θα αναγνωρίσει διαμελισμό χώρας της ΕΕ εφ όσον η ΕΕ αντισταθεί ενεργητικά.Και η ΕΕ θα αντιτίθεται όσο η ελληνοκυπριακή πλευρά φαινεται ότι επιδιώκει λύση.
Αυτό όμως είναι και το σημαντικότερο πρόβλημα.Κανείς δεν μπορεί από την Αθήνα να επιβάλλει στους Ελληνοκύπριους να βάλουν πάνω από το κεφάλι τους, τους Τούρκους.Αν και τα κυπριακά κόμματα λένε άλλα,στη νεολαία ιδιως που δεν γνώρισε τα κατεχόμενα ως κοινό έδαφος υποβόσκει η προτίμηση της διχοτόμησης από το να υπάρχει κυβέρνηση με ίσες εξουσίες Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων.
Αν το σκεφθεί κανείς ρεαλιστικά τι σημαίνει πολιτική ισότητα :εκεί που οι Ελληνοκύπριοι έχουν τώρα το 60% του νησιού θα έχουν το 100% εξ αδιαιρέτου.Γιατί αυτό ειναι καλύτερο από την αποδοχή της διχοτομησης;
Kαι εδώ είναι η σημαντική διαφορά από Κόσοβο,Οσσετία,Αμπχαζία κλπ.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το ερώτημα είναι αυτονομία ή ανεξαρτησία.Ποτέ δεν διανοήθηκε κανείς να προτείνει "πολιτική ισότητα" Κοσοβάρων και Σέρβων της Σερβίας ή Αμπχαζίων και Γεωργιανών.
Με δυο λόγια ότι κι αν γινόταν δεν θα είχαν λόγο οι Αλβανοί στο Βελιγράδι ή οι Αμπχαζιοι στην Τιφλίδα.
Με το σχέδιο Ανάν όμως δεν πρόκειται για το βαθμό αυτονομίας ή ανεξαρτησίας της Βορείου Κύπρου.
Πρόκειται για ισομοιρασμό της ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ,δηλαδή συγκυβέρνηση της Ομοσπονδίας και σε περίπτωση διαφωνιων αποφάσεις από ξένους δικαστές.
Είναι άλλο ως κάτοικος μιας χώρας να δέχεσαι ή όχι την αυτονομία ή ανεξαρτησία μιας μειονοτικής επαρχίας και άλλο να έλθει η μειονότητα να κάνει κουμάντο στην κεντρική εξουσία,δηλαδή στη δική σου ζωή.
Για αυτό στο δημοψήφισμα δεν πέρναγε ούτε με σφαίρες.
Όσο για τα τωρινά από την στιγμή που προβλέπεται πάλι δημοψήφισμα ένα πράγμα θα κοιτάξει ο Κύπριος : Όχι τι θα γίνει στα κατεχόμενα αλλά πόση εξουσία θα αποκτήσουν οι Τουρκοι στη κεντρική κυβέρνηση,δηλαδή στη δική του ζωή.
Αυτός είναι ο λόγος που η διχοτόμηση είναι καλύτερη λύση από τα προτεινόμενα αλλά θα πρέπει να βρουν το θάρρος να το πουν.
Πολιτική ισότητα υπήρξε επί 45 χρόνια μεταξύ Τσέχων και Σλοβάκων (οι Τσέχοι είναι διπλάσιοι πληθυσμιακά από τους Σλοβάκους). Και λειτούργησε ως ένα βαθμό, αν ληφθεί υπ' όψιν ο τρόπος με τον οποίο η μια χώρα έγινε δυο.
Πολιτική ισότητα υπήρξε επί 45 χρόνια μεταξύ των λαών της Γιουγκοσλαβίας. Η διάλυση της οποίας άρχισε όταν οι Σέρβοι ακύρωσαν μονομερώς τα δικαιώματα των Κοσοβάρων. Από τα μακελιά που ακολούθησαν φαίνεται ότι ο θεσμός λειτουργησε λιγότερο καλά από ό,τι στην Τσεχοσλοβακία. Στην πραγματικότητα οι Σέρβοι, η μεγαλύτερη μεν εθνότητα αλλά όχι περισσότεροι από το 1/3 του συνολικού πληθυσμού της Γιουγκοσλαβίας, ουδέποτε αποδέχθηκαν τους υπόλοιπους ως ίσους με αυτούς. Προτίμησαν μια ταπεινωμένη και διεθνώς απομονωμένη Σερβία από τη συμμετοχή τους σε μια ισχυρή Γιουγκοσλαβία.
Πολιτική ισότητα υπάρχει επίσης στο Βέλγιο εδώ και 35 χρόνια μεταξύ Βαλόνων και Φλαμανδών. Και θα έλεγε κανείς ότι λειτουργεί.
Πολιτική ισότητα υπάρχει επίσης μεταξύ των εθνοτήτων της Ελβετικής Ομοσπονδίας, αν και στην περίπτωση αυτή έχουμε περισσότερο πολιτική ισότητα καντονιών παρά εθνοτήτων.
Με όλα αυτά θέλω να πω ότι η πολιτική ισότητα δεν είναι χίμαιρα. υπάρχουν παραδείγματα όπου λειτούργησε, άρα, μπορεί να λειτουργήσει και στην Κύπρο. Με την προϋπόθεση ότι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι θα αποφασίσουν να συμπεριφερθούν κατά την παροιμία «σαν θέλει η νύφη κι ο γαμπρός τύφλα νάχει ο πεθερός (Ελλάδα, Τουρκία, Γηραιά Αλβιών). Πράγμα που έχω την αίσθηση ότι είναι κομμάτι δύσκολο.
Και επειδή με το ζόρι παντρειά δε γίνεται, συμφωνώ φίλε μου με την κατακλείδα σου, ότι κάποτε πρτέπει να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους και να συζητήσουμε τους πολιτικούς όρους της de jure διχοτόμησης. Τώρα όμως που υπάρχουν ακόμα διαπραγματευτικά χαρτιά. Γιατί αύριο ουδείς γνωρίζει τι μας ξημερώνει.
Γιάννης Χρ.
Δημοσίευση σχολίου