Η κυρία είχε
περάσει τα σαράντα, όχι πολύ, να, δυο, ίσως και τρία χρόνια και καθώς ήταν
αρκετά νόστιμη όταν ήταν πιο μικρή και λίγο – πολύ διατηρούσε το στιλάκι της,
δεν είχε και πολλά περιττά και δεν ήταν όπως λέμε του πεταμού, καθόλου θάλεγα. Δούλευε
σε νοσοκομείο, νοσοκόμα δηλαδή και η πελατεία αυτού του νοσοκομείου ήταν κυρίως
ηλικιωμένοι, τι κυρίως, γιατί να μην πούμε αποκλειστικά και αν θέλουμε να
είμαστε πιο ωμοί και ως εκ τούτου πιο ειλικρινείς, το ηλικιωμένοι κάντο γέροι
για να είσαι μέσα.
Στο
νοσοκομείο λοιπόν η κυρία νοσοκόμα είχε πέραση, επιστράτευε και την τσαχπινιά της,
άφηνε τους γέρους να σοροπιάζουν αλλά για να μην την αδικήσουμε, μέχρι εκεί,
τίποτα παραπάνω, όχι χειρονομίες δηλαδή και άλλες ασχημοσύνες. Ήταν το αστέρι
του νοσοκομείου, γηροκομείου πες καλύτερα η κυρία νοσοκόμα και πολύ της άρεσε
γιατί εδώ που τα λέμε, έξω, δεν γυρνούσαν και πολλοί να την κοιτάξουνε, οι νέοι
αδιαφορούσαν και αν την σκουντούσαν κατά λάθος στο δρόμο, το πολύ – πολύ να
ξεμπέρδευαν με ένα μπαρδόν.
Από το
νοσοκομείο της κυρίας νοσοκόμας περνούσε συχνά – πυκνά και ένα γεροντάκι, ο
Ζ.Σ. που είχε καβατζάρει τα ενενήντα, κανένας δεν του έδινε πολύ σημασία ούτε
ακόμα – ακόμα η γλυκιά και τσαχπίνα κυρία νοσοκόμα, γιατί αυτός παραήταν γέρος,
σωστό χούφταλο. Ήταν όμως μυστήριο τρένο αυτός ο γεροντάκος γιατί στα ενενήντα
του συνέχιζε να γράφει και όχι απλά να γράφει αλλά να γράφει πολύ καλύτερα από τους
νεότερους συγγραφείς που δεν έφταναν ούτε στο μικρό του δαχτυλάκι και αυτό δεν
είναι σχήμα λόγου.
Το
γεροντάκι, ο Ζ.Σ., ασήμαντο χούφταλο στον κόσμο του νοσοκομείου, γνωστότατος σε
εκατομμύρια αναγνώστες που τον λάτρευαν, μεταφρασμένος σε πάμπολλες γλώσσες,
έχοντας πάρει ένα όχι ευκαταφρόνητο νόμπελ και έχοντας απασχολήσει κατ’
επανάληψη σπουδαίους κριτικούς και ερευνητές, ανθρώπους του πνεύματος, αυτός ο
αόρατος στο μικρόκοσμο του νοσοκομείου όπου βασίλευε η Αυτής Μεγαλειότης, η
κυρία νοσοκόμα.
Και μετά από
κάποια χρόνια που θα περάσουν, γιατί τα χρόνια έχουν αυτό το καπρίτσιο, να
περνάνε και το χειρότερο, να αποκαλύπτουν ότι είναι ψεύτικο, φθαρτό και
προσωρινό, όταν το γεροντάκι ο Ζ.Σ. θα είναι με τους αθάνατους, η κυρία
νοσοκόμα θα κάνει παρέα στις γάτες και θα της κάνουνε παρέα κι αυτές γιατί στα
ενενήντα της δεν θα κάνει ούτε για να τρως κουκιά και να την φτύνεις με τα
τσόφλια, αν φτάσει στα ενενήντα βέβαια, πάντα με τη βοήθεια του νοσοκομείου,
γηροκομείου πες καλύτερα που δε θάναι πια το βασίλειό της αλλά ένα μέρος που θα
την τραβολογάνε για να ζήσει λίγο παραπάνω, γιατί αυτό ήτανε και για αθανασία
να μη το συζητάμε καλύτερα.
Ο Πελεκάνος Ερημικός έγραψε με το στιλ του αγαπημένου του Ζοζέ Σαραμάγκου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου